«Πλάνη ποιμένων (οἰκουμενιστῶν) ναυάγιον τῶν κοινωνούντων αὐτοῖς» Μ.Φώτιος P.G. :102,698
Τὸ εἴδαμε καὶ αὐτό!!! Ὁ Μητροπολίτης Σεραφείμ, σὲ μία ἀπέλπιδα προσπάθεια νὰ ἀποδείξει στὰ λόγια ὅτι εἶναι ὀρθόδοξος, ἔγραψε κείμενο ὡς ἀπολογία καὶ ἀπολογισμὸ γιὰ τὶς «ὀρθόδοξες ἐνέργειές του» ἀπέναντι στίς αἱρέσεις καὶ τοὺς αἱρετικούς. Μόνον ποὺ δὲν μᾶς ἀπαντάει σὲ κάτι πολὺ βασικό. Γιὰ ποῖον λόγο κοινωνεῖ μὲ αὐτούς; Ἐμεῖς ὡς ἀπάντηση ἀπευθύνουμε στὸν ὀρθόδοξο λαὸ τὰ ἐξῆς, γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὴν πλάνη τῶν ὀνομαζομένων «ἀντι-οικουμενιστῶν τύπου Σεραφείμ», ποὺ δυστυχῶς ἀποδεικνύονται χειρότεροι τῶν αἱρετικῶν διότι μᾶς ὁδηγοῦν σὲ αὐτούς. Σκληρὸς ὁ λόγος, ἀλλὰ θὰ τὸν κατοχυρώσουμε καὶ ἀποδείξουμε διὰ τῶν ἁγίων Πατέρων.
Κατὰ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἡ αἵρεσις παρομοιάζεται μὲ θανατηφόρο ἐπιδημικὴ ἀσθένεια ἡ ὁποία μολύνει τοὺς πιστοὺς καὶ διὰ τῆς ὁποίας εἰσάγεται ὁ πνευματικὸς θάνατος. Κατὰ τὸν ἅγιον Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶ, εἶναι τὸ δεύτερον εἶδος ἀθεΐας, διότι κηρύσσει ἕναν Χριστὸν ἀνύπαρκτον, ψεύτικον, ὁ ὁποῖος κατ’ ἐπέκτασιν δὲν δύναται νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπον. Ὁ τρόπος ἀντιμετωπίσεως καὶ ἀπομακρύνσεως τῆς αἱρέσεως ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, στὴν διαχρονία τῆς Ἱστορίας κατὰ τὴν Ἁγία Γραφή, τὶς Συνόδους καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες μας, ἦταν, εἶναι καὶ θὰ εἶναι ἕνας καὶ μοναδικός: Νὰ διατηρήσουμε τὸ δόγμα ὅπως τὸ παρελάβαμεν, ἄμωμον καὶ ἀμόλυντο, διακόπτοντας τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς, τὰ σάπια μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ οὐσιαστικὰ μόνοι τους ἀποκόβονται ἀπὸ τὴν ἄμπελο τὴν ἀληθινή.
Καὶ ἐνῶ ἀνέκαθεν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ Ὁμολογητὲς ἀντιμετώπιζαν τοὺς αἱρετικοὺς διακόπτοντας τὴν κοινωνία μὲ αὐτούς, μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὴν σύγκληση ὀρθοδόξου Συνόδου γιὰ τὴν ἐπίσημη καταδίκη τῆς αἱρέσεως, δὲν συμβαίνει τὸ ἴδιο καὶ σήμερα. Γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑπάρχει σύγχυση στὸ τὶ πρέπει νὰ κάνουμε, ἢ μᾶλλον στὸ τὶ ἔπρεπε νὰ εἴχαμε κάνει ἐδῶ καὶ καιρό, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ ἔχει ἐδραιωθεῖ καὶ τελευταίως κατοχυρωθεῖ συνοδικὰ ὡς ἐπίσημη Ὀρθόδοξη διδασκαλία. Ἡ καταστρεπτικὴ αὐτὴ ὀλιγωρία ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι, λεγόμενοι παραδοσιακοὶ θεολόγοι, ἱερεῖς καὶ λαϊκοί, λόγω τοῦ μὴ σταυρικοῦ φρονήματός τους, δὲν προέβησαν εἰς τὴν ἐνδεδειγμένη καὶ ἐφαρμοσμένη ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες χρήση τοῦ 15ου Κανόνος τῆς ΑΒ’ Συνόδου ἐπὶ Μεγάλου Φωτίου, ὁ ὁποῖος κωδικοποιεῖ τὴν διαχρονικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας ἔναντι τῶν αἱρετικῶν Ἐπισκόπων πρὶν καταδικασθοῦν συνοδικῶς, ποὺ ὁρίζει νὰ διακόπτουμε τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία (τὸ «μνημόσυνο») μὲ αὐτοὺς ποὺ ἀθετοῦν τὴν πίστιν, τοὺς ἱεροὺς κανόνες καὶ τὶς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας. Σήμερα λοιπὸν οἱ ἴδιοι, ἔχοντας τὴν μόρφωσιν τοῦ κόσμου καὶ τῶν προτεσταντικῶν θεολογικῶν σχολῶν, μὲ δικὲς τους αἱρετικὲς Τελεβαντικὲς δοκησισοφίες διαστρέφουν τὸν Κανόνα, καὶ κηρύσσουν πράγματα ἀδιανόητα γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ ἀλλότρια τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ὅτι, δηλαδή, ὁ 15ος Κανόνας εἶναι δυνητικὸς καὶ ὄχι ὑποχρεωτικός, πὼς αὐτοὶ ποὺ διακόπτουν τὴν κοινωνία μὲ τοὺς ἀκρίτως αἱρετικοὺς Ἐπισκόπους, ἀκόμα καὶ γιὰ δογματικοὺς λόγους, δημιουργοῦν σχίσμα στὴν Ἐκκλησία καὶ οἱ ἴδιοι ἀποσχίζονται ἀπὸ αὐτήν, μὲ συνέπεια νὰ βρίσκονται ἐκτὸς Ἐκκλησίας (ἡ γνωστὴ Ζηζιούλεια κακοδοξία τοῦ ἐπισκοποκεντρισμοῦ). Ἄλλοι, δεχόμενοι ὡς δυνητικὸν τὸν Κανόνα, ἐνῶ ἔχουν ἐξαγγείλει διακοπὴ μνημοσύνου, ἐκκλησιάζονται σὲ Οἰκουμενιστὲς Ἐπισκόπους καὶ ἱερεῖς καὶ στέλνουν τοὺς πιστοὺς σὲ ἱερεῖς ποὺ ὁμολογοῦν στὰ λόγια τὴν Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ μὲ τὴν πράξη τους τὴν προδίδουν καὶ δέχονται τὴν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου. Κάποιοι ἄλλοι ὑποστηρίζουν πὼς ἡ διακοπὴ κοινωνίας πρέπει νὰ ἔχει χαρακτῆρα ἔνδειξης διαμαρτυρίας καὶ νὰ εἶναι «ἄχρι καιροῦ». Ἄλλοι πάλι, ἐντελῶς ἀμάρτυρα καὶ ἀντιπατερικά, λέγουν πὼς αὐτοὺς ποὺ κηρύττουν τὴν αἵρεση καὶ δὲν ἔχουν καταδικασθεῖ ἀπὸ Σύνοδο μποροῦμε νὰ τοὺς μνημονεύουμε, λόγω τῆς ἐγκυρότητας τῶν μυστηρίων ποὺ τελοῦνται καὶ πὼς πρέπει νὰ περιμένουμε νὰ καθαιρεθοῦν καὶ ἔπειτα νὰ διακόψουμε τὴν κοινωνία μαζὶ τους. Κάποιοι ὁμιλοῦν γιὰ κόκκινες γραμμὲς καὶ πὼς ἡ διακοπὴ κοινωνίας πρέπει νὰ γίνει ὅταν θὰ ἔχουμε τὸ λεγόμενον κοινὸν ποτήριον. Ἄλλοι ὑποστηρίζουν πὼς γιὰ ὁ,τιδήποτε πράξουμε πρέπει νὰ γίνει κατόπιν συμβουλῆς ἁγίων καὶ φωτισμένων Γερόντων. Κάποιοι ἄλλοι πάλι, διαστρέφοντας σύνολη τὴν ἐκκλησιαστικὴ μας παράδοση, ὑποστηρίζουν πὼς εἶναι καλύτερον νὰ πλανόμαστε ἐντὸς Ἐκκλησίας, παρὰ νὰ ἀληθεύουμε ἐκτὸς Αὐτῆς.
Ὅλες αὐτὲς τὶς ἀντιπατερικές, αἱρετικὲς ἑρμηνεῖες ἐφαρμογῆς τοῦ 15ου Κανόνα θὰ τὶς ἀποδομήσουμε ἐν συντομίᾳ, σύμφωνα μὲ τὸ πῶς οἱ Πατέρες ἐφάρμοσαν αὐτὸν ἐν τῇ πράξει εἰς τὴν διαχρονία τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ νὰ προχωρήσουμε ὅμως στὴν κατανόηση τοῦ Κανόνος, πρέπει ἐν πρώτοις νὰ ξεκαθαρίσουμε τὶ σημαίνει ἡ μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως εἰς τὰ θεῖα μυστήρια καὶ τὶς ἀκολουθίες.
Ὁ Μέγας Βασίλειος στὸν λόγο του «Περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ἐπισημαίνει: «Τὸ ναὶ καὶ τὸ ὄχι εἶναι δύο συλλαβές· ἀλλ’ ὅμως τὸ καλύτερο ἀπὸ τὰ ἀγαθά, ἡ ἀλήθεια, καὶ τὸ ἔσχατο ὅριο τῆς πονηρίας, τὸ ψεῦδος, πολλὲς φορὲς ἐμπεριέχονται σ’ αὐτὲς τὶς μικρὲς λέξεις. Καὶ τὶ λέγω αὐτά; Ἤδη, καὶ μόνον νὰ κινήσει κανεὶς καταφατικὰ τὴν κεφαλή του γιὰ τὰ μαρτύρια χάριν τοῦ Χριστοῦ, κρίθηκε ἐκπληρωτὴς ὁλόκληρης τῆς εὐσέβειας. Καὶ ἐὰν αὐτὰ εἶναι ἔτσι, ποιὲς ἀπὸ τὶς θεολογικὲς ἐκφράσεις εἶναι τόσο μικρή, ὥστε εἴτε καλὴ εἶναι εἴτε κακή, νὰ μὴ παρέχει μεγάλη ροπὴ γιὰ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο; Ἐὰν λοιπὸν ἀπὸ τὸν Νόμο «ἰῶτα ἓν καὶ μία κεραία δὲν θὰ παρέλθει» (Ματθ. 5, 18), πῶς θὰ ἦταν δυνατὸν σὲ μᾶς νὰ παραβαίνουμε καὶ τὰ πιὸ μικρά;» (Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος 1, 2 PG 32, 69C, μετάφραση).
Ὁ δὲ Άγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει: «Ὅπως στὰ βασιλικὰ νομίσματα, αὐτὸς ποὺ περικόβει ἔστω καὶ λίγο τὸν χαρακτήρα τοῦ νομίσματος καθιστᾶ ὅλο τὸ νόμισμα κίβδηλο, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ ἀνατρέπει ἀκόμα καὶ τὸ ἐλάχιστο τῆς ὑγιοῦς πίστεως, καταστρέφει τὸ ὅλον, ἐξελισσόμενος σταδιακὰ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὰ χειρότερα» (Ὑπόμνημα εἰς τὴν πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολήν, PG 61, 622, μετάφραση).
«Ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ εἶναι κατὰ πρῶτο καὶ κύριο λόγο οἱ ἀκάθαρτοι δαίμονες. Δεύτεροι μετὰ ἀπὸ ἐκείνους ὅσοι πρεσβεύουν τὴν εἰδωλολατρία καὶ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν αἱρέσεων» (Μ. Ἀθανασίου, Ἑρμηνεία εἰς τὸν 138ο Ψαλμόν, PG 27, 536Α, μετάφραση). Πῶς μποροῦμε νὰ ἔχουμε κοινωνία μὲ αὐτούς, ἔστω καὶ ἂν προσποιοῦνται πὼς ἔχουν τὴν ὀρθὴ πίστη; Τὶ σχέση ἔχουν αὐτὰ μὲ τὰ λεγόμενα τοῦ μητρ. Πειραιῶς;
Γιὰ τὸν Άγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη μάλιστα, σὲ συμφωνία μὲ τὸν Αγ. Ἰωάννη τὸν Χρυστόστομο καὶ σὲ ἀντίθεση μὲ κάποιους λεγομένους ἀντιοικουμενιστὲς τύπου Σεραφείμ, ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι μόνο οἱ αἱρετικοὶ ἀλλὰ καὶ οἱ κοινωνοῦντες μὲ αὐτούς· «Ἐχθροὺς γὰρ τοῦ Θεοῦ, Χρυσόστομος λέγει, οὐ μόνον τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς τοῖς τοιούτοις κοινωνούντας». (P.G. 99. 1049 Α).
«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος (πρὸς Τίτον 3,0-11)· «Ἐγένοντο δὲ καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ, ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις ἀπωλείας, καὶ τὸν ἀγοράσαντα αὐτοὺς δεσπότην ἀρνούμενοι ἐπάγοντες ἑαυτοῖς ταχινὴν ἀπώλειαν» ( Β΄Πετρ.2,1).
Ὁ Ἁγιορείτης μᾶς λέγει: «τῶν αἱρετικῶν ἡ κακοδοξία, πάντοτε πηγαίνει εἰς τὸ χειρότερον καὶ γίνεται μεγαλυτέρα πληγή… οἱ αἱρετικοὶ καὶ ψευδοδιδάσκαλοι, ἀφοῦ ἄρχισαν μίαν φορὰν νὰ ἐξερνοῦν τὰ πονηρὰ καὶ πεπλανημένα των δόγματα, δὲν θέλουν σταθοῦν μέχρι τούτου, ἀλλὰ πάντοτε θέλουν ἐφευρίσκουν νεώτερα καὶ πονηρότερα δόγματα» (Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἑρμηνεία εἰς τὰς ΙΔ΄ Ἐπιστολὰς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τόμ. 3ος, Ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σελ. 318 καὶ 339).
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Κλήμης εἰς τὶς διαταγὲς τῶν Ἀποστόλων μᾶς γράφει: «Τοὺς μετανοοῦντας προσδέχεσθε, τοῦτο γὰρ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ· …τοὺς ἀθέους αἱρεσιώτας ἀμετανοήτως ἔχοντας διαστείλαντες ἀφορίσατε ἀπὸ τῶν πιστῶν καὶ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ ἐκκηρύκτους ποιήσατε, καὶ παραγγείλατε τοῖς πιστοῖς παντοίως αὐτῶν ἀπέχεσθαι καὶ μήτε λόγῳ μήτε προσευχαῖς κοινωνεῖν αὐτοῖς. Οὗτοι γάρ εἰσιν ἀντίδικοι καὶ ἐπίβουλοι τῆς Ἐκκλησίας, οἱ διαφθείροντες τὸ ποίμνιον καὶ μολύνοντες τὴν κληρονομίαν, οἱ δοξόσοφοι καὶ παμπόνηροι … Οὗτοί εἰσιν, περὶ ὧν ὁ Κύριος πικρῶς καὶ ἀποτόμως ἀπεφήνατο λέγων, ὅτι εἰσὶν ψευδόχριστοι καὶ ψευδοδιδάσκαλοι…, οἱ Θεὸν τὸν ἐπὶ πάντων βλασφημοῦντες καὶ τὸν Υἱὸν αὐτοῦ καταπατοῦντες καὶ τὴν διδασκαλίαν τοῦ Πνεύματος διαπτύοντες, οἱ τοὺς θείους λόγους ἀρνούμενοι ἢ μεθ' ὑποκρίσεως προσποιούμενοι δέχεσθαι, ἐφ' ὕβρει Θεοῦ καὶ ἀπάτῃ τῶν προσιόντων αὐτοῖς, οἱ τὰς ἱερὰς γραφὰς ἐνυβρίζοντες... Φεύγετε οὖν τῆς κοινωνίας αὐτῶν καὶ τῆς πρὸς αὐτοὺς εἰρήνης ἀλλότριοι τυγχάνετε· περὶ αὐτῶν γὰρ ὁ προφήτης ἀπεφήνατο, λέγων, ὅτι “Οὐκ ἔστιν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν, λέγει Κύριος”. Οὗτοι γάρ εἰσιν οἱ κρύφιοι λύκοι, οἱ ἐνεοὶ κύνες οἱ οὐ δυνάμενοι ὑλακτεῖν, οἳ νῦν μὲν εἰσὶν ὀλίγοι, προκόψαντος δὲ τοῦ χρόνου καὶ τῆς συντελείας ἐγγιζούσης πλείονες καὶ χαλεπώτεροι ἔσονται, περὶ ὧν ὁ Κύριος ἔλεγεν, ὅτι “Ἆρα ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;”. Καί· “Διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν, καὶ ἐλεύσονται ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα ἐν τῷ οὐρανῷ, ὥστε εἰ δυνατὸν καὶ τοὺς ἐκλεκτοὺς ἀπατῆσαι”. … Καὶ γὰρ καὶ ἡμεῖς, διερχόμενοι τὰ ἔθνη καὶ ἐπιστηρίζοντες τὰς Ἐκκλησίας, τοὺς μὲν ἐν πολλῇ νουθεσίᾳ καὶ λόγῳ ἰατικῷ ὑγιάσαντες ἐπανηγάγομεν μέλλοντας ὅσον οὐδέπω θνήσκειν ἀπάτῃ, τοὺς δὲ ἀνιάτως ἔχοντας ἐξεβάλομεν τῆς ποίμνης, ἵνα μὴ ψωραλέας νόσου μεταδῶσιν καὶ τοῖς ὑγιαίνουσιν ἀρνίοις, ἀλλὰ καθαρὰ καὶ ἄχραντα, ὑγιῆ καὶ ἄσπιλα διαμείνῃ Κυρίῳ τῷ Θεῷ» (Διαταγαὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων διὰ Κλημέντος).
Οἱ Ἅγιοι λοιπόν, πιστοὶ στὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, δίδασκαν κι ἐφήρμοζαν τὴν παντελὴ διακοπὴ ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικούς.
Ἐδῶ ὅμως βλέπουμε τὸν λεγόμενο ἀντιοικουμενιστὴ μητρ. Σεραφεὶμ νὰ προσκυνᾶ τὸν ἀρχιαιρεσιάρχη Βαρθολομαῖο μετὰ τὴν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου. Αὐτὸ τί σχέση ἔχει μὲ τὰ παραπάνω τῶν Ἁγίων Πατέρων ποὺ διώκονταν γιὰ τὴν ὁμολογία τους;
Ὁ Μ. Βασίλειος μᾶς ἐξηγεῖ τὸν λόγο: «Ἐὰν γιὰ αὐτοὺς ποὺ σφάλλουν σὲ ἠθικὰ θέματα ἡ βλάβη εἶναι τόσο μεγάλη,τί πρέπει νὰ λέμε γιὰ αὐτοὺς ποὺ κακοδοξοῦν στὰ θέματα τῆς πίστεως καὶ τῶν ὁποίων ἡ κακοδοξία δὲν τοὺς ἀφήνει καὶ στὰ ἄλλα θέματα νὰ ὑγιαίνουν καὶ παραδίδονται ἐξ αἰτίας της γιὰ πάντα στὰ πάθη τῆς ἀτιμίας;» (Ὅροι κατ’ Ἐπιτομήν, Ἐρώτησις κʹ, μετάφραση).
Ἐὰν αὐτὰ τὰ ἔλεγε ὁ Άγιος γιὰ τοὺς παλαιοὺς αἱρετικούς, τί θὰ ἔλεγε σήμερα γιὰ τοὺς σημερινούς «ἀντιοικουμενιστές» ποὺ εἶναι σὲ κοινωνία μὲ αὐτούς;
Πόσο ἀπέχουν ἀπὸ αὐτὴν τὴν διδασκαλία οἱ σημερινοὶ αὐτοονομαζόμενοι καὶ αὐτοϊκανοποιούμενοι ἀντιοικουμενιστὲς τύπου Σεραφείμ Πειραιῶς, ἀλλὰ καὶ δῆθεν ἀγωνιστῶν τύπου π. Θεοδώρου Ζήση καὶ π. Νικολάου Μανώλη! Αὐτοὶ ποὺ ἐνῶ κατονομάζουν τὸν Οἰκουμενισμὸ ὡς Παναίρεση καὶ ἄρα ὡς τὴν χειρότερη, ἐπιβλαβέστερη καὶ δεινότερη αἵρεση, ἐνῶ τὸν ἀναθεματίζουν τουλάχιστον γιὰ τὸ θεαθῆναι, ἐνῶ γνωρίζουν τί μᾶς διδάσκουν οἱ Πατέρες, ὅτι πρέπει νὰ πραχθεῖ, αὐτοὶ ἀναλίσκονται σὲ χαρτοπόλεμους καὶ ἀγῶνες ἄνευ κόστους, καὶ σὲ κοινωνία μὲ δειλοὺς μητροπολίτες τύπου Σεραφείμ, ποὺ προσκυνοῦν τοὺς πρωτεργάτες τῆς αἱρέσεως.
Οἱ αἱρετικοὶ Οἰκουμενιστές, ἀλλὰ τώρα καὶ οἱ λεγόμενοι ἀντιοικουμενιστές, ποὺ εἶναι κατὰ πάντα κοινωνοὶ τῶν αἱρετικῶν Κολυμπαριστῶν, συκοφαντοῦν καὶ κατηγοροῦν ὅλους ἐμᾶς ὅπου ἀκολουθοῦμε τὶς παραδόσεις καὶ τὶς ἐπιταγὲς τῶν Ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων, λέγοντας ὅτι δημιουργοῦμε σχίσμα καὶ πὼς βγάζουμε ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας, πὼς ἔχουμε ἄκυρα Μυστήρια, βλασφημώντας ἔτσι κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μόνον καὶ μόνον ἐπειδὴ διακόπτουμε τὴν κοινωνία μὲ αὐτοὺς καὶ δὲν τοὺς ἀκολουθοῦμε στὴν ἀπώλεια τῆς αἱρέσεως. Ἐμεῖς τὸ πτωχὸ καὶ μικρὸ ποίμνιο προτιμοῦμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὴν διαχρονικὴ ἱερὰ παράδοση τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, γενόμενοι «ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι». Ἂς ἔχουμε πίστη σταθερὴ καὶ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὅστις μᾶς ὑποσχέθηκε διὰ τὴν ὄντως Ἐκκλησία Του ὅτι καὶ «πῦλαι ἄδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς», ἂς μὴν λιγοψυχοῦμε ἀλλὰ ἂς μείνουμε στερεοὶ μὲ τὴν χάρη Του, ἔστω καὶ ἂν ὅλοι μᾶς ἐγκαταλείψουν καὶ μείνουμε μόνοι μας, ἀκολουθώντας ὅμως τοὺς Μάρτυρες καὶ τὸν Παῦλο, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔλεγε: «τὶς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε ζωή, οὔτε Ἄγγελοι, οὔτε Ἀρχαί, οὔτε Δυνάμεις, οὔτε ἐνεστῶτα, οὔτε μέλλοντα, οὔτε ὕψωμα, οὔτε βάθος, οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν” (Ρωμ. Η΄ 35). «Τὰ πάντα σκύβαλα ἡγοῦμε ἵνα Χριστὸν κερδίσω». Ὁ ἀγῶνας τῆς ἀποτειχίσεως εἶναι σκληρός, μοναχικὸς καὶ γεμᾶτος ἀπὸ συκοφαντίες καὶ πόνο.
Ἐμεῖς, ποὺ πάνω ἀπὸ δύο χρόνια διωκόμαστε καὶ εἴμαστε ἐξορισμένοι καὶ ποὺ δεχόμαστε ὅλες αὐτὲς τὶς κατηγορίες, περὶ σχίσματος, ὅτι θὰ κάνουμε δικὴ μας Ἐκκλησία μὲ Ἐπισκόπους, πὼς ὁδηγοῦμε τὸν ἀγῶνα στὶς παρατάξεις τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου, πὼς δὲν δεχόμαστε τοὺς Ἁγίους, πὼς τὸ παίζουμε ἀρχηγοὶ καὶ θέλουμε τὰ πρωτεῖα, ἀφ’ ἑνὸς τὸ θεωροῦμε εὐλογία, ποὺ συκοφαντούμαστε γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μὲ τὰ πιὸ αἰσχρὰ ψέμματα, ἀφ’ ἐτέρου προσευχόμαστε γιὰ αὐτοὺς τοὺς ὀνομαζομένους Χριστιανοὺς ποὺ ξεστομίζουν τέτοια ψεύδη, νὰ τοὺς φωτίσει ὁ Θεός νὰ συνέλθουν καὶ νὰ μετανοήσουν, διότι γίνονται οἱ ἴδιοι αἰτία νὰ σκανδαλίζονται οἱ πιστοὶ ποὺ θέλουν νὰ ἀκολουθήσουν τὸν δρόμο τῆς ὁμολογίας.
Τέλος, κάτι ποὺ εἶναι προσωπικὸ καὶ ἐξ’ ἰδίας πείρας, διὰ πίστωσιν τῆς ἀληθείας.
Στὶς 23 Μαρτίου 2016 ἔγινε μία Θεολογικὴ ἠμερίδα στὸν Πειραιᾶ ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ μητρ. Πειραιῶς γιὰ τὴν σύνοδο τῆς Κρήτης καὶ γιὰ τὸ τί θά γινόταν ἐκεῖ. Ἤμουν καὶ ἐγὼ καλεσμένος καὶ ἀπηύθυνα ἕναν χαιρετισμό. Τὴν ἐπομένη ἡμέρα συναντήθηκα μὲ τὸν σεβασμιώτατο Πειραιῶς στὸ γραφεῖο του, ὅπου εἴχαμε θερμὴ συνομιλία καὶ μάλιστα μοῦ πρότεινε, ἂν θὰ μᾶς ἐδίωκαν ἀπὸ τὸ μοναστήρι μας λόγω τῶν φρονημάτων μας, νὰ μοῦ ἔδινε μοναστήρι νὰ ἐγκαταβιώσω. Μὲ συγκίνησε δὲ βαθύτατα, διότι μὲ διαβεβαίωσε πὼς δὲν θὰ δεχθεῖ τὶς ἀποφάσεις τοῦ Κολυμπαρίου ἂν τελικὰ ψηφισθοῦν καὶ πὼς θὰ διακόψει τὴν κοινωνία μὲ ὅσους τὰ ψηφίσουν καὶ τὰ ἀποδεχτοῦν!!!!! Ἐγὼ τότε συγκινημένος εὐχαρίστησα τὸν Θεὸ ποὺ θὰ εἴχαμε τουλάχιστον ἕναν ἱεράρχη ποὺ θὰ παρέμενε ὀρθόδοξος ἐν τῇ πράξει. Πόσο πέσαμε ἔξω!! Μετὰ τὴν σύνοδο ὄχι μόνον τὰ ὑπέγραψε καὶ ὁ ἴδιος, ἀλλὰ κατηγορεῖ καὶ διώκει ὅσους διακόπτουν τὸ μνημόσυνο τῶν οἰκουμενιστῶν, ὡς ἀλλοτρίους τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ συμπεράσματα δικὰ σας.
Εὔχομαι ὁ Θεός, διὰ πρεσβειῶν τῆς πανυπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, νὰ μᾶς δώσει δύναμη νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν σταυρικὸ βίο τῶν Ἁγίων μας, νὰ κρατήσουμε τὴν πίστην ὅπου ἐλάβομεν ἀκεραίαν καὶ ἀκαινοτόμητον, ἔστω καὶ ἂν χρειασθεῖ νὰ διωχθοῦμε μέχρι θανάτου καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ δώσουμε τὴν καλὴ ἀπολογία ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὸν ὁποῖον ἀνήκει πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, σὺν τῷ ἀνάρχῳ αὐτοῦ Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ αὐτοῦ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Μετὰ τιμῆς
Γέρων Σάββας Λαυριώτης
ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΚΡΗΤΕΣ